ΤοΣύστημα Καθρέφτης του Σώματος ©
14 Ιανουαρίου 2018Όταν είχα καταληκτικό καρκίνο και έπρεπε να θεραπεύσω τον εαυτό μου, μία από τις ιδέες που συνάντησα ήταν ότι «Η Αγάπη Θεραπεύει». Δεδομένου ότι η θεραπεία μου ήταν ένα ζήτημα ζωής και θανάτου, κι είχα αποφασίσει να ζήσω, έπρεπε να μάθω τι είναι η αγάπη. Ενώ είμαι βέβαιος ότι κάπου μέσα μας όλοι γνωρίζουμε τι είναι η αγάπη, γνωρίζω ότι οι κοινωνικές αξίες συχνά καλύπτουν την αληθινή φύση της αγάπης υπέρ των διαφορετικών τρόπων της έκφρασής της.
Όταν είμαστε παιδιά, αισθανόμαστε την αγάπη και γνωρίζουμε τι είναι και καθώς περνάμε την εφηβεία, ο θύμος αδένας, ο οποίος ελέγχει το ανοσοποιητικό μας σύστημα και που συνδέεται με το καρδιακό τσάκρα, ατροφεί. Αυτό μας λέει ότι ξεφεύγουμε από την άμεση αντίληψη της αγάπης και επομένως πρέπει να βρούμε έναν άλλον τρόπο για να γνωρίζουμε ότι η αγάπη βρίσκεται εκεί. Τότε αρχίζουμε να αναζητούμε στη συμπεριφορά των άλλων κάποιες ενδείξεις για το αν υπάρχει ή όχι η αγάπη.
Έχουμε αποδεχθεί από την κοινωνία γύρω μας την ιδέα ότι εάν αγαπάμε κάποιον, θα πρέπει να το εκφράζουμε με συγκεκριμένο τρόπο. Το πρόβλημα είναι ότι συχνά οι εκφράσεις της αγάπης παρερμηνεύονται, παρεξηγούνται, επειδή όλοι μας έχουμε διδαχθεί διαφορετικούς τρόπους να δείχνουμε την αγάπη που νιώθουμε. Μερικοί εκφράζουν την αγάπη τους μέσω της ζήλειας, ή του ελέγχου, ή της προσκόλλησης, αλλά συχνά οι άλλοι αντιλαμβάνονται αυτές τις εκφράσεις της αγάπης σαν απομάκρυνση της αγάπης. Το άλλο άτομο αισθάνεται ότι αν το αγαπούσαν, δεν θα συνέβαιναν αυτά τα πράγματα, ότι ο άλλος δεν θα ήθελε να τα ελέγξει, ή ότι θα συμπεριφέροταν κάπως διαφορετικά απέναντί τους.
Όλοι μας εκφράζουμε την αγάπη μας με τον τρόπο που θα θέλαμε να εκφράζεται προς εμάς. Κάνουμε σε άλλους αυτό που θα θέλαμε να κάνουν κι οι άλλοι σε εμάς, κι όταν κάποιος άλλος έχει έναν διαφορετικό τρόπο να εκφράσει την αγάπη του, μπορούμε να αντιδράσουμε στον τρόπο που έχουν εκφράσει την αγάπη τους διατηρώντας την αντίληψη ότι δεν μας αγαπάνε. Αποφασίζουμε ότι ο άλλος δεν θα το έκανε αυτό αν μας αγαπούσε και έτσι θέτουμε όρους στην αγάπη.
Η αγάπη από τη φύση της είναι ανιδιοτελής. Δεν έχει όρους. Είναι μια αντίληψη δίχως όρους, χωρίς κρίσεις, χωρίς προσδοκίες.
Εάν ξεκινήσετε με μιαν αντίληψη για κάποιον άνθρωπο και αφαιρέσετε τους όρους, όπως το «Θα σε αγαπούσα αν…» και αφαιρέσετε τις κρίσεις σχετικά με αυτό το άτομο, αποφασίζοντας ότι υπάρχει κάτι σε σχέση με αυτό το πρόσωπο που πρέπει να αλλάξει, κι αν επίσης αφαιρέσετε και τις προσδοκίες, δηλαδή το να θέλετε κάτι από αυτό το άτομο, τότε σας απομένει μια αντίληψη που σας κάνει να νιώθετε καλά στην περιοχή της καρδιάς και αυτό είναι μια καλή ένδειξη. Αυτή σας λέει ότι αυτό που αισθάνεστε είναι αγάπη.
Από την ερμηνευτική άποψη των τσάκρας, οι κρίσεις και οι προσδοκίες είναι αντιλήψεις του ηλιακού πλέγματος και όσο περισσότερο δίνεται η προσοχή σε αυτές τις αντιλήψεις, τόσο λιγότερο πιθανό είναι να νιώσουμε τις αντιλήψεις του τσάκρα της καρδιάς για την πραγματική αγάπη.
Ενώ εργαζόμαστε συχνά με την ιδέα ότι είμαστε πάντα περιτριγυρισμένοι από την αγάπη, εμείς είμαστε αυτοί που αποφασίζουμε να δώσουμε την προσοχή μας σε αυτήν, δηλαδή να την παρατηρήσουμε ή να τη νιώσουμε. Εμείς είμαστε αυτοί που πρέπει να αποφασίσουμε για τον εαυτό μας αν θα αγαπήσουμε ή όχι και αυτή η απόφαση πρέπει να έρθει ως μια πτυχή της ελεύθερης βούλησης, προκειμένου για να έχει νόημα σαν ένα βήμα στην εξέλιξή μας ως άνθρωποι.
Η αγάπη δεν μπορεί να ζητηθεί. Πρέπει να ρέει ελεύθερα και να δίνεται ελεύθερα. Η αγάπη είναι μια απόφαση που πρέπει να προέρχεται από μέσα. Το άτομο πρέπει να αποφασίσει για τους δικούς του λόγους να αισθανθεί την αγάπη.
Η απόφαση να αγαπάς ή να αισθάνεσαι την αγάπη συνδέεται συχνά και με άλλες αποφάσεις. Οι άνθρωποι βάζουν ένα «άρα» μετά από τις λέξεις «Σ’αγαπώ». Το «άρα» μπορεί να δηλωθεί ή να υπονοείται, αλλά είναι συνήθως εκεί με τη μορφή «Σ’αγαπώ, άρα πρέπει να κάνουμε σεξ» ή «Σ’αγαπώ,άρα, πρέπει να ζήσουμε μαζί» ή «Σ’αγαπώ,άρα θα πρέπει να σου πω τι πρέπει να κάνεις». Όταν υπάρχει το «άρα» εκεί, συνεπάγεται επίσης ότι αν η πράξη δεν γίνει, αυτό πρέπει να σημαίνει ότι η αγάπη δεν υπάρχει εκεί. «Αν δεν θέλεις να κάνεις σεξ μαζί μου, δεν με αγαπάς», ή «Αν δεν θέλεις να ζήσεις μαζί μου, δεν με αγαπάς» ή «Αν δεν κάνεις ό,τι σου λέω, δεν με αγαπάς, γιατί δεν δέχεσαι τον τρόπο που εκφράζω την αγάπη μου».
Η αγάπη δεν έχει όρους. Είναι άνευ όρων. Δεν πρόκειται για το «Θα σε αγαπούσα αν…»
Η αγάπη είναι ένα αίσθημα μη-διαχωρισμού, μιας σύνδεσης με τον άλλον. Είναι μια αίσθηση συμπερίληψης, μια αίσθηση του «εμείς» και όχι του «εσύ κι εγώ».
Η αγάπη γνωρίζει και αποδέχεται την ουσιαστική μοναδικότητα του κάθε όντος και της ύπαρξής του, σεβόμενη την ατομικότητά τους και την ουσιαστική συγγένεια όλων των όντων, την κοινή σύνδεση.
Η αγάπη είναι αποδοχή.
Είστε ικανοί για άπειρη αποδοχή. Είστε ικανοί να αποδέχεστε και να αγαπάτε κάθε ύπαρξη και όλα τα όντα. Μπορείτε να αγαπάτε οποιονδήποτε – και όλους – είτε έχουν επιλέξει να σας αγαπήσουν, είτε όχι. Αυτή είναι πάντοτε δική σας η επιλογή.
Είστε ικανοί για άπειρη αγάπη. Η αγάπη σας είναι άπειρη. Είναι επιλογή σας να την αισθανθείτε ή όχι, κι η εξέλιξή σας είναι συνάρτηση του πόση από αυτήν την αγάπη επιλέγετε να νιώσετε. Μπορούμε να πούμε ότι η αγάπη που συζητήσαμε εδώ είναι μια απρόσωπη αγάπη, μια αγάπη που μπορούμε να τη νιώσουμε για οποιονδήποτε άνθρωπο και για όλους τους ανθρώπους.
Όταν έχουμε αποφασίσει να μοιραστούμε τη ζωή μας με κάποιον, να έχουμε κάποιον ως σύντροφο, είναι μια ξεχωριστή απόφαση από το «Σ’αγαπώ». Δεν είναι «Σ’αγαπώ,άρα θα είμαστε σύντροφοι», αλλά μάλλον Σ’αγαπώ και θα ήθελα επίσης να μοιραστώ τη ζωή μου μαζί σου. Όταν παντρεύεστε κάποιον, δεν πρόκειται μόνο για το «Σ’αγαπώ» χωρίς το …άρα» – αλλά πρόκειται επίσης και για τη συμβατότητα δύο υπάρξεων που αγαπούν η μια την άλλη.
Εξάλλου, υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που μπορούμε να αγαπήσουμε, χωρίς να θέλουμε να είμαστε σύντροφός τους.
Οι προσωπικές πτυχές της άνευ όρων αγάπης περιλαμβάνουν πρώτα από όλα την πτυχή της Αποδοχής, το να αποδεχόμαστε κάποιον όπως ακριβώς είναι, απόλυτα, με την αίσθηση της «συμπερίληψης».Υπάρχει ακόμα ένα Εμένα και Εσένα, αλλά χωρίς το εμπόδιο μεταξύ τους, που υπονοεί κάτι για το δούναι και λαβείν της αγάπης. Πρόκειται περισσότερο για το να βρίσκεσαι σε έναν κοινό χώρο συμπερίληψης όπου κάποιος απλώς βρίσκεται «μέσα» σε εκείνον τον χώρο «μέσα» στην αγάπη, εκεί όπου η αγάπη γίνεται αισθητή, νιώθεται και ρέει αβίαστα. Δεν υπάρχει λόγος να αναλύσουμε τη συμπεριφορά του άλλου για να καταλάβουμε ότι η αγάπη υπάρχει εκεί. Απλά τη νιώθουμε. Αισθανόμαστε την επαφή και με αυτόν τον τρόπο γνωρίζουμε ότι η αγάπη είναι εκεί.
Μπορούμε να απολαύσουμε την ατομικότητά των άλλων, ακόμη και με τις ιδιορρυθμίες που αποτελούν μέρος αυτών, χωρίς να τους κρίνουμε και χωρίς να τους χρησιμοποιούμε ως λόγο για να μειώσουμε την αγάπη μας για αυτούς, γνωρίζοντας ότι ταυτόχρονα κι αυτοί βλέπουν τις δικές μας ιδιορρυθμίες και τις αποδέχονται ως κομμάτι του ποιοι είμαστε δίχως να μας αγαπάνε λιγότερο για αυτόν το λόγο.
Είναι ένας χώρος που απολαμβάνουμε να βλέπουμε τον άλλον ευτυχισμένο και όχι να αποφασίζουμε πώς θα έπρεπε να συμβαίνει αυτό. Εξάλλου αν αποφασίζουμε για το πώς θα έπρεπε να είναι ευτυχισμένος ο άλλος, τότε πια βρισκόμαστε σε έναν χώρο ελέγχου και χειραγώγησης, ενώ όταν αγαπάμε πραγματικά κάποιον και είμαστε ευτυχισμένοι βλέποντας τους ευτυχισμένους, πρέπει να αφήσουμε ακριβώς αυτόν το χώρο για να συμβεί αυτό και τότε μπορούμε να δούμε τι είναι αυτό που κάνουν και τι απολαμβάνουν όταν είναι ευτυχισμένοι. Για αυτόν το λόγο, ο αμοιβαίος σεβασμός της προσωπικής ελευθερίας είναι ένα απαραίτητο στοιχείο.
Όταν βλέπουμε κάποιον χαρούμενο επειδή του εκφράσαμε την αγάπη μας για εκείνον με κάποιον τρόπο, τότε η καρδιά μας τραγουδάει. Εξάλλου θέλουμε να εκφράσουμε την αγάπη μας κατά τέτοιον τρόπο που να ενισχύει την εμπειρία του άλλου. Αυτό είναι όλο το ζήτημα, έτσι δεν είναι; Να τους βλέπουμε ευτυχισμένους απολαμβάνοντας τον τρόπο με τον οποίο τους εκφράσαμε την αγάπη μας; Τότε η χαρά και η ικανοποίηση αναδύονται στις καρδιές μας, γνωρίζοντας ότι κάτι έχουμε συνεισφέρει κι εμείς στην αυξημένη ευτυχία τους. Η ευτυχία τους αυξάνει επίσης τη δική μας ευτυχία.
Φυσικά, ο καθένας μας έχει τον δικό του τρόπο να εκφράζει την αγάπη και η δυναμική της επικοινωνίας το καταδεικνύει αυτό. Εκφράζουμε την αγάπη μας προς τους άλλους με τον τρόπο που θα θέλαμε να μας εκφράζεται κι εμάς – κι έτσι μπορούμε να δούμε πώς οι άλλοι εκφράζουν την αγάπη τους σε εμάς με τον ίδιο τρόπο που κι εκείνοι θα ήθελαν να τους την εκφράσουν. Εάν αυτός ο τρόπος έκφρασης της αγάπης δεν μας αντηχεί, αν δεν νιώθουμε πραγματικά ότι εκφράζουμε την αγάπη μας κατά αυτόν τον τρόπο, μπορούμε να συνεχίσουμε κοιτώντας να βρούμε άλλους τρόπους με τους οποίους μπορούμε να εκφράσουμε την αγάπη μας κατά τρόπο που να είναι καλός για εμάς όπως και να ενισχύει την εμπειρία των άλλων. Δεν χρειάζεται να ζητάμε τις εκφράσεις της αγάπης των άλλων με τρόπους που τους μειώνουν ή δεν είναι καλοί για εκείνους, επειδή οι εκφράσεις της αγάπης πρέπει να προέρχονται από την καρδιά και να δίνονται ελεύθερα. Κατά τον ίδιο τρόπο δεν χρειάζεται να μειώσουμε τον εαυτό μας με τον τρόπο που εκφράζουμε την αγάπη μας. Πρέπει κι εμείς να νιώθουμε επίσης καλά με τον τρόπο που την εκφράζουμε.
Όταν η επικοινωνία είναι ξεκάθαρη και στις δυο κατευθύνσεις, η αγάπη ρέει και εκφράζεται σαφέστατα και προς τις δυο κατευθύνσεις.
Η αγάπη και η αίσθηση της εκτίμησης για τον άλλον αυξάνονται.
Αυτή είναι η δική μου αίσθηση μιας προσωπικής άνευ όρων αγάπης.
Αυτός είναι ο τρόπος που τη βιώνω.
© Μάρτιν Μπρόφμαν