Κάρμα και Θεραπεία
18 Ιανουαρίου 2018Αποδεχθείτε τη Δύναμή σας
18 Ιανουαρίου 2018Μια Προσωπική Μαρτυρία της Εγγύτατης στο Θάνατο Εμπειρίας (NDE) από κάποιον που την έζησε
Βρισκόμουν στο Επισκοπικό Νοσοκομείο στη Φιλαδέλφεια. Μόλις μου είχαν πει ότι είχα ένα «μπλοκάρισμα» στο νωτιαίο μυελό μου, από τον τέταρτο έως τον έβδομο αυχενικό σπόνδυλο στο επίπεδο του λαιμού, το οποίο ήταν υπεύθυνο για τα συμπτώματα που βίωνα. Το δεξί μου χέρι ήταν παράλυτο, τα πόδια μου ήταν σπαστικά και όποτε κουνούσα το κεφάλι μου ένιωθα αισθήσεις όπως είναι τα ηλεκτρικά σοκ να διαπερνούν ολόκληρο το σώμα μου.
Μου είπαν ότι έπρεπε να υποβληθώ αμέσως σε μια εγχείρηση και πώς αν επιζούσα της εγχειρήσεως θα μπορούσα να βγω από αυτήν ως τετραπληγικός. Όταν ρώτησα αν είχα χρόνο για να πάρω και μια δεύτερη γνώμη, μου είπαν ότι αν έβηχα ή φτερνιζόμουν εκείνη την ώρα, θα μπορούσα να πεθάνω επί τόπου. Φυσικά, συμφώνησα να κάνω την εγχείρηση εντός λίγων ωρών.
Συνειδητοποίησα ότι σύμφωνα με τα όσα μου είπαν οι γιατροί θα μπορούσα να είμαι νεκρός μέσα σε λίγες ώρες. Πέρασα από όλα τα στάδια που πολλοί άνθρωποι περνούν όταν γνωρίζουν ότι πρόκειται να πεθάνουν. Αρχικά υπήρχε η αίσθηση σαν όλο αυτό να ήταν ένα κινηματογραφικό στήσιμο και ότι αυτά τα πράγματα δεν μου συνέβαιναν πραγματικά. Αντιλήφθηκα τον εαυτό μου να διαπραγματεύεται με το τι συνέβαινε, παζαρεύοντας αν μπορούσα για να μου συμβεί κάτι διαφορετικό. Σιγά σιγά η συνειδητοποίηση ότι ήταν πραγματικό και συνέβη σε μένα ερχόταν όλο και πιο κοντά, μέχρι που έπρεπε συναισθηματικά να αποδεχτώ ότι θα μπορούσα πολύ σύντομα να είμαι νεκρός.
Όταν αποδέχτηκα το απαράδεκτο, το σώμα μου κουνήθηκε βίαια, καθώς η ένταση της ενέργειας κινήθηκε μέσα μου. Άνοιξα και αφέθηκα όλο και περισσότερο σε αυτό και μετά από ένα ή δυο λεπτά είχε ολοκληρωθεί. Ένιωσα μια ηρεμία μέσα μου που δεν είχα βιώσει ξανά. Όλες μου οι ασθήσεις ήταν πιο έντονες. Η όρασή μου ήταν πιο καθαρή. Τα χρώματα ήταν πιο φωτεινά. Η ακοή ήταν ξεκάθαρη. Οι αισθήσεις ήταν πιο ζωντανές.
Συνειδητοποίησα ότι είχα απελευθερώσει ένα αντιληπτικό φίλτρο που στεκόταν ανάμεσα σε μένα και το βίωμα της ζωής και εντελώς ειρωνικά, αυτό ήταν ο φόβος του θανάτου. Τώρα που είχα απελευθερώσει αυτόν το φόβο, βίωνα περισσότερο τη ζωή, ένιωθα περισσότερο ζωντανός, έστω και για λίγο ακόμα.
Σκέφτηκα τη ζωή που είχα ζήσει και όλα εκείνα τα πράγματα που θα μπορούσα να είχα κάνει, αλλά ποτέ δεν έκανα και έπιασα τον εαυτό μου να μου λέει «Εύχομαι να είχα…». Υπήρχαν πολλά τέτοια «εύχομαι να είχα». Σκεφτόμουν ότι αυτός ήταν στην πραγματικότητα ένας πολύ θλιβερός τρόπος για να τελειώσει μια ζωή και ότι αν έπρεπε να το ξανακάνω θα υπήρχαν πολλά «Χαίρομαι που έκανα».
Έπρεπε να αποφασίσω τι ήθελα να κάνω με το σύντομο χρονικό διάστημα που μου απέμεινε. Εάν ξόδευα τον υπόλοιπο χρόνο μου ανησυχώντας ή νιώθωντας άσχημα σχετικά με αυτό που συνέβαινε, στην πραγματικότητα, αναπόφευκτα, θα χαλούσα απλά το υπόλοιπο της ζωής μου, θα το πέταγα μακριά και ήταν αρκετά πολύτιμο για κάτι τέτοιο.
Αποφάσισα να αφιερώσω τον υπόλοιπο χρόνο μου νιώθωντας καλά και να σκέφτομαι μόνο πράγματα που με βοήθησαν να αισθάνομαι καλά – το χρώμα της βαφής στους τοίχους, τη μυρωδιά των λουλουδιών στο δωμάτιο, οτιδήποτε θετικό. Ήξερα ότι πάντα θα μπορούσα να βρω κάτι.
Τελικά, έφτασε η ώρα της εγχείρησης. Οδηγήθηκα στο χειρουργείο και καθώς μου χορηγούνταν η αναισθησία , νόμιζα ότι αυτή θα ήταν η τελευταία εμπειρία που θα είχα ποτέ. Δεν είχα ιδέα τι θα μπορούσε να ακολουθήσει στη συνέχεια. Ήμουν αγνωστικιστής, χωρίς πεποιθήσεις, μην πιστεύοντας σε τίποτα που δεν είχα βιώσει. Ίσως το επόμενο βήμα μετά το θάνατο να ήταν απλά η λήθη.
Αφέθηκα.
Άρχισα να βιώνω έναν ίλιγγο, μια αίσθηση περιστροφής και δεν ένιωθα καλά, οπότε σταθεροποίησα τον εαυτό μου στο κέντρο της μέχρι που ήμουν ακίνητος και όλα τα άλλα στριφογύριζαν γύρω μου. Περνούσα μέσα από τις περιστρεφόμενες σκηνές, οι οποίες ήταν αναμνήσεις από τη ζωή που είχα ζήσει, αναμνήσεις που ζητούσαν την προσοχή μου. Αν έβαζα, όμως, την προσοχή μου σε αυτές, ένιωθα τον εαυτό μου «τραβηγμένο», επειδή κινούμουν διαμέσου αυτών των περιστροφικών μνημών, σαν να τραβιόμουν μέσα σε ένα τούνελ ή να πέφτω μέσα σε ένα πηγάδι, αλλά ανακαλύπτοντας το ταυτόχρονα στα μισά του δρόμου καθοδόν προς τα κάτω στο πηγάδι.Το ένιωθα πώς αν προσέγγιζα τα τοιχώματα δεν θα βοηθούσε. Η μόνη μου ελπίδα ήταν να στοχεύσω το νερό στο κάτω μέρος.
Έπρεπε να αποσύρω την προσοχή μου από αυτές τις σκηνές τότε, από αυτές τις αναμνήσεις και να στρέψω την προσοχή μου στο μέρος το οποίο βρισκόμουν, βάζοντας το στόχο. Πήγαινα προς τα εκεί ούτως ή άλλως, αλλά στοχεύοντάς το μου έδωσε την αίσθηση ότι βρίσκομαι στη θέση του οδηγού και αυτό ήταν πολύ πιο άνετο για μένα. Ήταν λίγο σαν να οδηγείς ένα περιπετειώδες τραινάκι και να προσποιείσαι ότι εσύ το οδηγείς αυτό το πράγμα κατά μήκος των γραμμών. Προσφέρει μια διαφορετική βόλτα, μπορώ να σας το διαβεβαιώσω αυτό, που είναι πολύ καλύτερο από ότι το να νιώθεις πώς παρασύρεσαι εκτός ελέγχου.
Η διαδρομή ήταν μεγάλη, αλλά δεν είχα να κάνω και τίποτε άλλο παρά να την ακολουθήσω. Τελικά, το τέλος του τούνελ εμφανίστηκε στο προσκήνιο. Βγήκα σε ένα είδος χώρου, σε μια ακινησία, όπου υπήρχε μια λάμψη ενέργειας που μου απευθύνοταν. Ήταν σαν μια σπίθα ζωής, ενέργεια που λάμπει με νοημοσύνη, όχι σε ανθρώπινη μορφή, μόνο καθαρή συνείδηση.Φαινόταν ότι σε κάποια μακρινή απόσταση, υπήρχε μιαν άλλη σπίθα, που απλώς παρατηρούσε τη σκηνή.
Ένιωσα σαν να πέρναγα μια συνέντευξη εξόδου, κάτι που έμοιαζε σαν «Λοιπόν, το ταξίδι σας τελείωσε τώρα, οπότε ολοκλήρωσε τα πράγματα στη συνείδησή σου σχετικά με αυτό και θα προχωρήσουμε». Κοίταξα πίσω μου και είδα τη ζωή μου όπως την είχα ζήσει, συμπλήρωσα τις σκέψεις μου για τα πράγματα που είχαν συμβεί, κατάλαβα πολλά πράγματα με διαφορετικό τρόπο και στη συνέχεια εξέφρασα ότι ήμουν έτοιμος.
Το Όν άρχισε να απομακρύνεται. Ξεκίνησα να το ακολουθώ και στη συνέχεια σταμάτησα. Το Όν με ρώτησε αμέσως ποια ήταν η σκέψη που είχε εισέλθει στη συνείδησή μου. Είχα σκεφτεί ότι θα ήταν ντροπή για τις κόρες μου να μεγαλώσουν χωρίς τον πατέρα τους στη ζωή τους. Είχα περάσει ένα μεγάλο μέρος της ζωής μου χωρίς τον πατέρα μου σε αυτήν και θα ήθελα οι κόρες μου να μην χρειαστεί να το βιώσουν αυτό. Τέλος πάντων, ήμουν έτοιμος να φύγω.
Το Όν είπε ότι επειδή ο λόγος που ήθελα να επιστρέψω ήταν κάποιος άλλος έξω από τον εαυτό μου, θα μου επιτρεπόταν να επιστρέψω. Πριν είχα την ευκαιρία να εκφράσω ότι δεν ήθελα πραγματικά να επιστρέψω, αλλά υπήρξε μια γρήγορη, συγκεχυμένη κίνηση, κάτι συνέβη, και η άλλη σπίθα που «παρατηρούσε» ήταν κατά κάποιον τρόπο μέρος της και στη συνέχεια ξύπνησα σε αυτό το σώμα, μέσα σε τραυματικό πόνο, με έντονο το δράμα που εκτυλισσόταν γύρω μου στο νοσοκομείο.
Ένιωσα σαν να είχα μόλις εισβάλλει σε μια ταινία που ήταν σε εξέλιξη, αλλά ότι δεν ήμουν ο ίδιος άνθρωπος στο ίδιο σώμα, αυτός που υπήρχε πριν από αυτήν τη στιγμή. Λόγω του τραύματος και του δράματος, η προσοχή μου κατευθύνθηκε στα πράγματα που συνέβαιναν στο φυσικό κόσμο και η μνήμη του τι είχε συμβεί προηγουμένως ήταν κάπως διαστρεβλωμένη. Είχα να ασχοληθώ με άλλα πράγματα που συνέβαιναν και τα οποία απαιτούσαν την προσοχή μου και επιπλέον δεν είχα καν εκείνα τα συστήματα πεποιθήσεων που θα μου επέτρεπαν να αποδεχθώ αυτό που μόλις είχε συμβεί.
Κατά την επόμενη χρονιά άρχισα να εξερευνώ ιδέες και φιλοσοφίες για τις οποίες δεν είχα καμιά εμπειρία πιο πριν. Διάβασα βιβλία όπως «Η ζωή μετά τη Ζωή» και «Ζωή μετά το Θάνατο» και άλλα συγγράματα που περιέγραφαν αυτό που οι άνθρωποι ονόμαζαν «Εγγύτερα στο Θάνατο Εμπειρίες» και άρχισα να θυμάμαι τι είχε συμβεί. Είδα τις ομοιότητες με τα όσα οι άλλοι είχαν βιώσει και τότε ήξερα τι μου είχε συμβεί. Σκέφτηκα επίσης τις ομοιότητες με αυτό που θεωρούμε ως τη «φυσιολογική» διαδικασία γεννήσεων, όπου τα μωρά γεννιούνται μέσα σε λαμπερά φώτα και δυνατούς ήχους και χαστουκίζονται, κι ίσως τότε η προσοχή τους να κατευθύνεται τόσο πολύ προς τα εξωτερικά πράγματα στο βαθμό που ξεχνούν τις εσωτερικές τους εμπειρίες λίγο πριν από τη διαδικασία γεννήσεως.
Από καιρό σε καιρό συναντώ κι άλλους που έχουν κάνει το ταξίδι και συγκρίνουμε τις σημειώσεις μας. «Πώς ήταν για εσένα;» Μια γυναίκα μου είπε ότι πριν ήταν σίγουρη ότι θα υπήρχε ένα Όν από την άλλη πλευρά κρατώντας ένα μεγάλο βιβλίο, κοιτάζοντας το τι είχε και τι δεν είχε κάνει, σημειώνοντας με μερικά νι και σταυρούς, τις καλές επιδόσεις και τους κακούς βαθμούς. Όταν έφτασε στην άλλη πλευρά, υπήρχε πράγματι ένα Όν εκεί με ένα μεγάλο βιβλίο, ακριβώς όπως το σκεφτόταν ότι θα υπήρχε. Οι μόνοι κακοί βαθμοί που πήρε, όμως, ήταν για τα πράγματα που δεν είχε κάνει. Η μόνη της αμαρτία ήταν η αυτό – άρνηση (η άρνηση του εαυτού της).
Η διάγνωσή μου βγαίνοντας από το νοσοκομείο ήταν «Όγκος Νωτιαίου Μυελού». Δεν υπήρχε δυνατότητα θεραπείας. Μου είχαν δοθεί ένας ή δύο μήνες ζωής και αποφάσισα να ζήσω αυτήν τη ζωή με τη νέα μου φιλοσοφία «Χαίρομαι που το έκανα». Αποφάσισα να δουλέψω πάνω στον εαυτό μου, δουλεύοντας στη συνειδητότητά μου για να απελευθερώσω τον όγκο. Αργότερα οι γιατροί αποφάσισαν ότι θα πρέπει να είχαν κάνει λάθος στη διάγνωση,
Αλλά αυτή είναι μιαν άλλη ιστορία.
Μάρτιν Μπρόφμαν